Greece / Ελλάδα

Μέσα σε ένα εξαιρετικά πολωμένο μιντιακό τοπίο, όπου τα παραδοσιακά ΜΜΕ ανήκουν σε λίγα μόνο πρόσωπα με κυρίαρχα επιχειρηματικά συμφέροντα, τα τελευταία χρόνια έκαναν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα κάποια νέα, ανεξάρτητα Μέσα. Αυτές οι ομάδες ερευνητικής δημοσιογραφίας αλλάζουν το παραδοσιακό μιντιακό τοπίο της χώρας προσφέροντας μια δημοσιογραφία που αποσκοπεί στο δημόσιο συμφέρον, καλύπτοντας ζητήματα που προβάλλονται ελλιπώς ή μεροληπτικά από τα κυρίαρχα Μέσα όπως το προσφυγικό, παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, λογοδοσία και διαφάνεια από τις αρχές ή το πρόσφατο σκάνδαλο παρακολουθήσεων της χώρας.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Οργανισμοί μέσων ενημέρωσης στον κατάλογο
7
Είδος οργανισμού
  • Κερδοσκοπικός: 42,9%
  • Μη κερδοσκοπικός: 42,9%
  • Υβριδικός: 14,3%
  • Δεν έχει συσταθεί / δηλωθεί ως εταιρεία: 0,0%
Φύλο ιδρυτών
  • Άρρεν: 82,1%
  • Θήλυ: 17,9%
Είδος κάλυψης
  • Υπερτοπικός: 0
  • Διεθνής: 2
  • Τοπικός: 0
  • Εθνικός: 5
  • Περιφερειακός: 0

Σε ένα μιντιακό τοπίο που για πολλούς χαρακτηρίζεται από τον «αφανισμό των ΜΜΕ» και που προκλήθηκε από την πανδημία, την οικονομική αστάθεια, την παραπληροφόρηση και τον πόλεμο, την εμφάνισή τους κάνουν όλο και περισσότερα νέα, ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης.

Ενώ τα παραδοσιακά ΜΜΕ συνεχίζουν τις απολύσεις προσωπικού την τελευταία δεκαετία, τα εγχώρια ψηφιακά μέσα ανθίζουν σε όλη την Ευρώπη, ποτίζοντας την ειδησεογραφική έρημο, προσελκύοντας απογοητευμένους ακροατές και καινοτομώντας με νέους τρόπους κοινοποίησης πληροφοριών ζωτικής σημασίας.

Παρά τις πολιτικές, οικονομικές και γλωσσικές διαφορές που χαρακτηρίζουν τις πάνω από 40 χώρες όπου διεξήγαμε αυτήν την έρευνα, οι 540 εγχώριοι ψηφιακοί οργανισμοί μέσων ενημέρωσης που εμφανίζονται στον κατάλογο του Project Oasis αντιμετωπίζουν πολλές κοινές δυσκολίες και δυνατότητες.

Ανάμεσα στα βασικά μας ευρήματα:

  • Χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα για να απευθυνθούν στο νεότερο κοινό, στέλνουν ενημερώσεις μέσω Telegram για να αποφύγουν τη λογοκρισία και εκπαιδεύουν πολίτες δημοσιογράφους προκειμένου να φτάσουν έως τις υποεξυπηρετούμενες κοινότητες.
  • Πάνω από το 85% δήλωσε ως βασικά πεδία της δημοσιογραφικής τους κάλυψης ζητήματα κοινωνικά και σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβάνοντας θέματα σχετικά με το μεταναστευτικό, το προσφυγικό, το φύλο και τον φεμινισμό.Πάνω από το 50% προορίζει πόρους στην ερευνητική δημοσιογραφία και πολλά μέσα συνάπτουν διασυνοριακές συνεργασίες.
  • Πάνω από το 58% των ιδρυτών των μέσων ενημέρωσης που εμφανίζονται σε αυτήν την έκθεση είναι γυναίκες. Τα μέσα αυτά είναι ιδιαιτέρως συλλογικά και τα περισσότερα διαθέτουν δύο ή παραπάνω συνιδρυτές.
  • Τα μέσα που ιδρύθηκαν από ομάδες όπου συμμετέχουν άντρες και γυναίκες δήλωσαν τα υψηλότερα έσοδα, με μέσο όρο 509.740€ τον χρόνο.
  • Αυτά που επενδύουν στην επιχειρηματική ανάπτυξη χτίζουν πιο βιώσιμους οργανισμούς. Τα Μέσα που έχουν αναθέσει την άντληση εσόδων σε έναν τουλάχιστον υπάλληλο δήλωσαν εξαπλάσια έσοδα κατά μέσον όρον ετησίως σε σχέση με τα μέσα χωρίς άτομα σε αυτούς τους ρόλους: 598.539€ σε σύγκριση με 95.629€.
  • Πάνω από τα μισά Μέσα σε αυτήν τη μελέτη είναι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, ενώ πολλοί από τους κερδοσκοπικούς οργανισμούς επενδύουν περισσότερο στη δημοσιογραφία απ’ ό,τι στην κερδοφορία.
  • Για τα μη κερδοσκοπικά Μέσα, οι πρωταρχικές πηγές εσόδων είναι οι χορηγίες, οι δωρεές ιδιωτών και οι συνδρομές (με αυτήν τη σειρά). Για τα κερδοσκοπικά Μέσα οι σημαντικότερες πηγές εσόδων είναι: η διαφήμιση, οι συνδρομές στον ιστότοπο και οι χορηγίες.
  • Η διαφοροποίηση των εσόδων είναι απαραίτητη, αλλά ο υπερβολικός αριθμός πηγών δεν συνεπάγεται και μεγαλύτερη επιτυχία. Η ανάπτυξη δύο έως έξι πηγών εσόδων φαίνεται να είναι η ιδανική όσον αφορά τη βιωσιμότητα και την ανεξαρτησία.
  • Τα ψηφιακά εγχώρια μέσα επικοινωνίας κυμαίνονται από μικρές νεοφυείς επιχειρήσεις εθελοντών, αφιερωμένες στις κοινότητές τους, έως εξαιρετικά κερδοφόρες εταιρείες με πολλαπλές πλατφόρμες που προσελκύουν εκατομμύρια προβολές σελίδων τον μήνα και κερδίζουν εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.
  • Αν και μερικά από τα Μέσα αυτής της έρευνας είναι πάνω από 20 ετών, πάνω από τα μισά άρχισαν να δημοσιεύουν την τελευταία δεκαετία. Τα περισσότερα από αυτά ιδρύθηκαν το 2016.

Η βιωσιμότητα είναι κάτι δύσκολο να επιτευχθεί και δεν υπάρχει εύκολη συνταγή για την επιτυχία. Ωστόσο, πολλοί από τους επικεφαλής των Mέσων με τους οποίους μιλήσαμε αποδεικνύουν ότι η εύρεση της αναγκαίας υποστήριξης για την εξυπηρέτηση των κοινοτήτων τους είναι όντως δυνατή.

«Χωρίς ολιγάρχες, χωρίς ιστοδιόδια. Μόνο οι δωρεές σας και η δουλειά μας», είναι το σλόγκαν του τσέχικου εγχώριου ψηφιακού μέσου Deník Referendum που ιδρύθηκε το 2009. Ο αρχισυντάκτης Jakub Patočka μάς μίλησε για τη μέθοδό του: «Οι αναγνώστες που θέλουν να συμμετάσχουν στη συζήτηση [στα σχόλια] κάτω από τα άρθρα μας πληρώνουν ένα ποσό. Αυτή η προσέγγιση παρέχει ένα αξιοπρεπές εισόδημα και συνεισφέρει στην εξέλιξη της συζήτησης».

Οι συνεταιρισμοί μέσων ενημέρωσης που χρηματοδοτούνται από εισφορές μελών αποτελούν ένα ενδιαφέρον μοντέλο ανάμεσα στους οργανισμούς του καταλόγου μας. Στο HB, τα μέλη του συνεταιρισμού Bristol Cable είναι επίσης «δημοκρατικοί μέτοχοι», που σημαίνει ότι μπορούν να παραβρίσκονται στις ετήσιες γενικές συνελεύσεις του οργανισμού, να ψηφίζουν για τις εκδοτικές εκστρατείες και να εκλέγονται ως μέλη του μη διοικητικού συμβουλίου.

Οι περισσότερες επιχειρήσεις ενημέρωσης που συμπεριλάβαμε στον κατάλογό μας ξεκίνησαν από δημοσιογράφους, συχνά με περιορισμένα μέσα και περιορισμένη επιχειρηματική εμπειρία, αλλά παρά τις δυσκολίες αυτές (και πολλές άλλες), πολλοί δήλωσαν ότι προβλέπουν να αναπτυχθούν μέσα στα επόμενα χρόνια.

Κάποιοι μπορεί να είναι ήδη γνωστοί στους αναγνώστες που εργάζονται στον τομέα των ΜΜΕ, όμως πιστεύουμε ότι ανάμεσα στα πολλά εμπνευσμένα παραδείγματα που ανακαλύψαμε στην Ευρώπη θα βρείτε και μερικές εκπλήξεις. Ωστόσο, δεν ισχυριζόμαστε ότι η πρώτη αυτή έκδοση του Project Oasis εκπροσωπεί όλα τα Μέσα που θα έπρεπε να περιλαμβάνει ο ευρωπαϊκός μας κατάλογος.

Πολλά από τα ευρήματα αυτής της έρευνας συνάδουν με προηγούμενα ερευνητικά προγράμματά μας και, προκειμένου να παράσχουμε ένα ευρύτερο πλαίσιο και σημεία σύγκρισης, εμβαθύναμε σε όλα τα παραπάνω βασικά ευρήματα στην έκθεση που ακολουθεί.

Αυτό το ερευνητικό πρόγραμμα διεξήχθη με τη μεθοδολογία που σχεδιάσαμε στη SembraMedia όταν αρχίσαμε να αναζητούμε παρόμοια Μέσα στις ισπανόφωνες κοινότητες της Λατινικής Αμερικής, της Ισπανίας και των ΗΠΑ το 2015. Από το ξεκίνημα του Project Oasis το 2022 έχουν εργαστεί σε αυτό πάνω από 60 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 34 ερευνητών με τοπική εμπειρία, που χαρτογράφησαν, ανέλυσαν και πήραν συνεντεύξεις σε πάνω από 30 γλώσσες.

Πρέπει να τονίσουμε ότι αυτή η έκθεση και ο κατάλογος των μέσων ενημέρωσης δεν αποτελούν μια οριστική, διεξοδική απαρίθμηση όλων των ανεξάρτητων ψηφιακών Μέσων της Ευρώπης. Ελπίζουμε αυτό να είναι το πρώτο μόνο βήμα ενός διαρκούς ερευνητικού προγράμματος που θα συνεχίσουμε να εμπλουτίζουμε.

Η καινοτομία, η αποφασιστικότητα, το κουράγιο και η διακεκριμένη, συχνά, δημοσιογραφία που παρέχουν οι επικεφαλής αυτών των Μέσων, οι οποίοι προσέφεραν τον πολύτιμο χρόνο εργασίας τους στους ερευνητές μας, είναι για μας πηγές έμπνευσης.

Όπως είδαμε και σε προηγούμενες μελέτες, η παρουσίαση των διαφόρων Μέσων που περιλαμβάνει ο κατάλογος του Project Oasis μπορεί να βοηθήσει τους επικεφαλής τους να ανταλλάξουν γνώσεις, να συνεργαστούν, να προβληθούν περισσότερο και να κερδίσουν μεγαλύτερη αναγνώριση από οργανισμούς που μπορούν να τους παράσχουν τη ζωτική υποστήριξη που χρειάζονται και που αξίζουν για να συνεχίσουν το έργο τους.

Ελευθερία Τύπου

Η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα υπέστη «σοβαρά πλήγματα» το 2021 και το 2022, τονίζουν οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα στην Έκθεση για την Ελευθερία του Τύπου του 2022. Οι δημοσιογράφοι παρεμποδίζονται τακτικά κατά την κάλυψη διαφόρων θεμάτων, από το προσφυγικό και τη μετανάστευση μέχρι την πανδημία του κορονοϊού, σύμφωνα με τον οργανισμό. «Η δολοφονία του βετεράνου αστυνομικού συντάκτη Γιώργου Καραϊβάζ τον Απρίλιο του 2021 παραμένει ανεξιχνίαστη, παρά τις υποσχέσεις της κυβέρνησης για ταχεία διερεύνηση», προσθέτει. Επιθέσεις από την αστυνομία έχουν επίσης γίνει και σε φωτορεπόρτερ κατά την κάλυψη διαμαρτυριών και διαδηλώσεων. 

Εντωμεταξύ, το τρέχον σκάνδαλο των παρακολουθήσεων στη χώρα έγινε πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες όλου του κόσμου. Αποκαλύψεις ότι η Ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών εξουσιοδότησε επισυνδέσεις και παρακολουθήσεις δημοσιογράφων προκάλεσαν εκκλήσεις για μεγαλύτερη διαφάνεια και ανάληψη ευθυνών. Παράλληλα, οι στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού (SLAPP) και οι νομικές απειλές κατά συγκεκριμένων δημοσιογράφων και δημοσιογραφικών οργανισμών που παρέχουν κριτική ενημέρωση έχουν γίνει συνηθισμένα φαινόμενα και επιστρατεύονται τόσο λόγω επιχειρησιακών συμφερόντων όσο και από αξιωματούχους της κυβέρνησης.

Δομή της αγοράς και κυριαρχία

Την αγορά των ΜΜΕ στην Ελλάδα «χαρακτηρίζει ο ψηφιακός κατακερματισμός», σημειώνει το Ινστιτούτο Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας στην Έκθεση Ψηφιακών Ειδήσεων του 2022. «Η προσοχή του κοινού διασπάται ανάμεσα σε πολλές πηγές ενημέρωσης και η παραδοσιακή αγορά ειδήσεων έχει διαταραχθεί από αμιγώς ψηφιακές εταιρείες όπως η Newsbomb και η News247», σύμφωνα με την έκθεση. «Η πλειοψηφία των δημοσιογραφικών εταιρειών στην Ελλάδα εξακολουθεί να δίνει προτεραιότητα στις προβολές σελίδας και όχι στην απόκτηση ενός πιστού κοινού, πράγμα που εν μέρει δικαιολογεί την απουσία της επί πληρωμή διαδικτυακής ενημέρωσης στην Ελλάδα».

Η αγορά τηλεοπτικών ειδήσεων εξακολουθεί να είναι ισχυρή, ειδικά για τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, ενώ οι εκδότες -συμπεριλαμβανομένων των πιο παραδοσιακών Μέσων- επενδύουν κυρίως σε podcast, συμπληρώνει η έκθεση.

Πώς χρηματοδοτούνται τα ΜΜΕ

Η διαφήμιση, τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα, παραμένει η κύρια πηγή εσόδων των μέσων ενημέρωσης. Το 2020 ξέσπασε μια μεγάλη αντιπαράθεση λόγω της δυσανάλογης κατανομής κρατικών κονδυλίων σε φιλοκυβερνητικούς δημοσιογραφικούς ομίλους με σκοπό την αναμετάδοση του μηνύματος «Μένουμε σπίτι» για τον κορονοϊό. Εντωμεταξύ, μόνο το 11% των ερωτηθέντων στην έκθεση του Ινστιτούτου Reuters καταβάλλει κάποιο ποσό για τη διαδικτυακή του ενημέρωση. Τα ανεξάρτητα μέσα ερευνητικής δημοσιογραφίας χρηματοδοτούνται από χορηγίες, συνδρομές ή συνδυάζοντας και τα δύο. Τα τελευταία χρόνια, αρκετά εναλλακτικά διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης εργάζονται για να κερδίσουν ξανά την εμπιστοσύνη του κοινού στα ΜΜΕ και τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα.

Η λίστα περιλαμβάνει επτά προφίλ ψηφιακά αυτόχθονων ελληνικών δημοσιογραφικών οργανισμών. Οι συνεντεύξεις με αυτά τα Μέσα αποδεικνύουν ότι τα ζητήματα της ανεξαρτησίας των ΜΜΕ και της ασφάλειας των δημοσιογράφων στην Ελλάδα είναι συστημικά. Πιο συγκεκριμένα, μετά την εκλογική νίκη του φιλελεύθερου-συντηρητικού πολιτικού κόμματος Νέα Δημοκρατία το 2019, παρατηρήθηκε επιδείνωση της ελευθερίας του Τύπου. Η ηγεσία του κόμματος έχει μια «εμμονή με τον έλεγχο των μηνυμάτων και την ελαχιστοποίηση των κριτικών και αντιτιθέμενων απόψεων», τονίζει η οργάνωση Άμεση Ανταπόκριση για την Ελευθερία των ΜΜΕ (MFRR) στη δημοσίευση μιας έκθεσης για τα προβλήματα της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας στην Ελλάδα.

Η βιωσιμότητα ήταν πάντα η μεγαλύτερη πρόκληση, σύμφωνα με τα έξι μέσα ενημέρωσης στις συνεντεύξεις. Ως πιθανές λύσεις αναφέρθηκαν χορηγίες, έσοδα από την ανάληψη έργων, συνδρομές ή ο συνδυασμός πάνω από ενός μοντέλου εσόδων, όμως κανένα από τα παραπάνω δεν φαίνεται να λύνει τα ζητήματα χρηματοδότησης και βιωσιμότητας. 

Η χρηματοδότηση δεν είναι η μόνη δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα ανεξάρτητα ψηφιακά Μέσα στην Ελλάδα. Οι αγωγές προς αποθάρρυνση της συμμετοχής του κοινού, η παρακολούθηση στον ψηφιακό ή φυσικό κόσμο, οι κυβερνοεπιθέσεις και η διαδικτυακή παρενόχληση είναι μερικά από τα συνηθέστερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι στη δουλειά τους.

Στην Ελλάδα υπάρχει όντως ένα υποσχόμενο ανεξάρτητο μιντιακό τοπίο, που καταφέρνει να ενημερώνει τους πολίτες παρέχοντάς τους σημαντικά ρεπορτάζ και έρευνες που διαφορετικά δεν θα έφταναν έως το κοινό. Το έργο τους, ωστόσο, βρίσκεται αντιμέτωπο με δυσκολίες. Η βιωσιμότητα, οι προκλήσεις της δέσμευσης των αναγνωστών, η βαθιά δυσπιστία της ελληνικής κοινωνίας για τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους και η αντίσταση των κυρίαρχων, παραδοσιακών δημοσιογραφικών ομίλων στην καινοτομία κάνουν την αλλαγή του μιντιακού περιβάλλοντος της Ελλάδας δύσκολη.

Τελευταία ενημέρωση: Δεκέμβριος 2022